Η πρόσφατη «εξωγήινη» πρόταση του Hollywood, το Arrival (Η άφιξη), ανεβάζει το επίπεδο: είναι λίγο πιο σοφιστικέ και ψαγμένη, τραβά την προσοχή διαφορετικά. Κοινώς, μην περιμένετε πολέμους και τέρατα ή φθηνούς ηρωϊσμούς και εντυπωσιακά αίματα. Αξίζει όμως μία τέτοια εκδοχή σε ταινίες του είδους;
Εκ πρώτης όψεως, την υπόθεση δεν την αποκαλείς πρωτότυπη, την κατάληξη και το νόημα όμως, ναι. Μία όμορφη μέρα, εμφανίζονται ξαφνικά σε συγκεκριμένα σημεία της υφηλίου, τεράστια αιωρούμενα κατασκευάσματα, τα οποία μοιάζουν με υπερμεγέθη, σκοτεινά, άγνωστα πετρώματα. Στη προσπάθεια να έρθουν σε επαφή με τους διαστημικούς επισκέπτες που βρίσκονται εντός αυτών των παράξενων κατασκευών, οι ΗΠΑ καλούν την διάσημη & πολυμαθή γλωσσολόγο Louise Banks (Amy Adams) και τον πετυχημένο φυσικό Ian Donnelly (Jeremy Renner). Η επικοινωνία προχωρά, αποκαλύπτονται ευφυώς πτυχές των εξωγήινων και το κύριο ερώτημα παραμένει: Τι στο καλό θέλουν απο την ανθρωπότητα, αν όχι πόλεμο;
Η απεικόνιση της εξωγήινης τεχνολογίας είναι απολαυστική ενώ το μυστήριο για την φύση τους ξεχειλίζει καθώς η ταινία λίγα αφήνει να γίνουν φανερά. Απο την αρχή, αυτό προλειαίνει ότι στις οθόνες μας θα δούμε ένα αφήγημα που δίνει το βάρος του στο μυστήριο του ίδιου του μη γίηνου, διαφορετικού πολιτισμού και όχι στα τετριμμένα μυστήρια των… φονικών όπλων ή την τερατώδη εμφάνιση των διαστημικών επισκεπτών. Ξεχωριστή αναφορά για τον Forest Whitaker που υποδύεται τον στρατηγό των ΗΠΑ & επικεφαλή της κατάστασης και αυτό γιατί η προσθήκη του μας άρεσε πολύ και ίσως θα επιθυμούσαμε λιγάκι παραπάνω συμμετοχή του. Η ταινία ωστόσο δεν στέκεται μόνο στις εντυπωσιακές σκηνές, το αναπόφεκτο γοητευτικό μυστήριο, τις τεχνολογικές εξάψεις ή τον κοινωνικό αντίκτυπο της «εισβολής».
Το φίλμ έχει ένα όμορφο και σπάνιο βάθος για το είδος του. Η πλοκή είναι έξυπνη και ακόμα πιο έξυπνη μπορούμε να χαρακτηρίσουμε την αποτύπωση της επικοινωνιακής δυνατότητας των εξωγήινων. Αυτή η διαφορετικότητα στην πραγματικότητα φανερώνει την τεράστια πολιτισμική διαφορά των δύο κόσμων (ή καλύτερα πλανητών..) που όμως γεφυρώνεται διότι η ίδια η έννοια του πολιτισμού προϋποθέτει μεταξύ άλλων και την συνεννόηση, την ανοχή, την προσέγγιση και συνύπαρξη. Την δραματική και σκόπιμα ειρωνική αντίθεση αυτής της διαπίστωσης, την παρατηρούμε μέσα στην ίδια την ανθρωπότητα, στον αρνητικό ανταγωνισμό των άλλων χωρών να επικοινωνήσουν με τα εξωγήινα όντα πρώτοι ή καλύτερα, να επιτεθούν πρώτοι. Αυτό είναι το ένα μήνυμα.
Αλλά θέλετε περισσότερο βάθος; Το ενέχει διότι εν τέλει αυτό επιζητά διαρκώς και σχεδόν απεγνωσμένα η ταινία, το μεγαλύτερο βάθος. Το κοινωνικό δράμα της πρωταγωνίστριας θα είναι το εναρκτήριο λάκτισμα που θα απαντά στο βασικό ερώτημα του σκοπού της διαστημικής επισκέψεως. Μία απάντηση ωστόσο που δεν θα δίνεται πλήρως και αυτό την δίνει ιδιαίτερο νοηματικό βάρος. Το τέλος της ταινίας ανεβάζει επίπεδο όχι μόνο στο είδος αλλά και στην χολυγουντιανή προσέγγιση ταινιών του είδους που πρόσφεραν μόνο ρηχότητα ή υποκριτικό βάθος. Η ημιτελής απάντηση λοιπόν του κύριου ερωτήματος, αποτελεί το δεύτερο μήνυμα που δίνει η ταινία και είναι προτιμότερο να το αντιληφθείτε οι ίδιοι κατά την θέαση.
Το Arrival αφίχθη για να δείξει ότι υφίσταται και ο δρόμος της «σκληρής» ποιότητας αλλά ευχάριστης, πετυχημένης ποιότητας απο κοινού με τις εντυπωσιακές σκηνές και τους διάσημους ηθοποιούς του Hollywood. Είναι πράγματι εντυπωσιακό πως το θέμα «εξωγήινοι» μπορεί να προσφέρει επίκαιρα -διαχρονικά- διδάγματα απο το ατομικό ανθρώπινο δράμα μέχρι την ίδια την λειτουργία της ανθρωπότητας. Το Arrival ως πνευματικό παιδί της Επαφής ( Contact, 1997) καταφέρνει να υλοποιήσει την σύνδεση της εξωγήινης μαρτυρίας και πανανθρώπινων ή καλύτερα..παν-γαλαξιακών μηνυμάτων. Μηνύματα όχι για λόγους υποκρισίας αλλά μηνύματα πρωτότυπα, διαχρονικά, αληθινά, δοσμένα κατάλληλα σε κάθε έκφανση της ταινίας.