Ενοχλημένοι και άκρως αντίθετοι είναι πολλοί αναλυτές της βιομηχανίας με την νέα πολιτική περί εφαρμογής της νέας τιμολόγησης που ακολουθεί η Apple για τα νέα της iPhone’s και συγκεκριμένα λένε πως η επιλογή που εισήχθη φέτος με ROM 512GB κοστίζει 350 δολάρια περισσότερο από την βασική έκδοση των 64GB. Οι ίδιοι κύριοι ισχυρίζονται πως είναι αδικαιολόγητη η εταιρεία που προσπαθεί να χρεώσει τόσο υψηλά τις συσκευές της και λένε πως έπρεπε τα μοντέλα 256GB και 512GB να έχουν χαμηλότερα κόστη αγοράς. Εάν επιλέξετε την παραλλαγή των 512GB, για παράδειγμα, θα δώσετε περισσότερα κέρδη στην εταιρεία σε σχέση με την επιλογή των 64GB.
Όπως λέει ο Wayne Lam από την IHS Markit, οι αναβαθμίσεις αποθήκευσης είναι το πιο κερδοφόρο χαρακτηριστικό, καθώς το κόστος παραγωγής είναι ελάχιστο, είναι απλώς μια απλή αλλαγή ενός chip μνήμης, δεν είναι όπως το μέγεθος της οθόνης όπου απαιτείται να σχεδιαστεί εκ νέου το τηλέφωνο λόγω της αυξημένης διαγωνίου.
Ο Lam προσθέτει πως η Apple πληρώνει 25 σεντ ανά GB αλλά χρεώνει 75 σεντ το κάθε GB. Ωστόσο, οι τιμές αποθήκευσης έχουν μειωθεί σχεδόν στο ήμισυ από το 2017, αλλά είναι επίσης πιθανό οι συνηθισμένες συμβάσεις της Apple με τους πωλητές της να έχουν επηρεάσει τις τιμές αρνητικά. Έτσι τώρα, η εταιρεία που εδρεύει στο Cupertino έχει κολλήσει με το να κοστολογεί υψηλότερα κάθε έκδοση χωρητικότητας σε υψηλότερες τιμές.
Ωστόσο, μια τέτοια διαφορά τιμής μεταξύ του μοντέλου 64 και του 512GB δεν είναι καθόλου λογική για κανέναν. Θεωρείται μάλιστα ότι οι ιδιοκτήτες iPhone με μεγάλη εσωτερική μνήμη θα τείνουν να δαπανούν περισσότερα χρήματα στο iTunes για εφαρμογές και πολυμέσα. Οι εσωτερικές στατιστικές δείχνουν ότι ένας μέσος κάτοχος του μοντέλου 512GB είναι πιθανό να ξοδέψει τουλάχιστον 40 δολάρια το μήνα.
Σε κάθε περίπτωση, οι αναλυτές της αγοράς μας υπενθυμίζουν ότι πολλοί παράγοντες εμπλέκονται όταν χρειαστεί να τιμολογηθεί μια συσκευή, ένα προϊόν και μόνο η Apple γνωρίζει πραγματικά τι χρεώνει και με ποιον ακριβώς τρόπο.
[via]